μπιενάλε

μπιενάλε
η
καλλιτεχνική εκδήλωση, σχετική με τον κινηματογράφο και τις καλές τέχνες, η οποία γίνεται κάθε δύο χρόνια στον ίδιο τόπο («η Μπιενάλε τής Βενετίας»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. biennale, ουδ. τού επιθ. biennal «διετής».

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • Κατράκη, Βάσω — (Αιτωλικό 1914 – Αθήνα 1988).Χαράκτρια και ζωγράφος. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και μετεκπαιδεύτηκε στην Ιταλία και στη Γερμανία. Έργα της παρουσιάστηκαν πρώτη φορά το 1950, σε έκθεση της ομάδας… …   Dictionary of Greek

  • έκθεση — Γενικός όρος, με τον οποίο στον τομέα της παραγωγής (υλικής, τεχνολογικής, πνευματικής και καλλιτεχνικής), του εμπορίου και της προπαγάνδας (ακόμα και με την πιο ευρεία έννοιά της) υποδηλώνεται η συγκέντρωση σε καθορισμένο τόπο και χρόνο… …   Dictionary of Greek

  • Βένετο — I (Veneto ή Venézia Euganea). Ιστορική και διοικητική περιφέρεια (18.365 τ. χλμ., 4.487.560 κάτ. το 2000) της ΒΑ Ιταλίας, στο ΒΑ γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας. Διοικητικά αποτελείται από επτά επαρχίες: Μπελούνο, Πάντοβα, Ροβίγκο, Τρεβίζο,… …   Dictionary of Greek

  • Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… …   Dictionary of Greek

  • Βουλγαρία — Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο.Συνορεύει στα Β με τη Ρουμανία, στα Δ με τη (Νέα) Γιουγκοσλαβία (ΒΔ) και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΝΔ), στα Ν με την Ελλάδα και την Τουρκία, ενώ Α βρέχεται από… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Θεοδωρόπουλος, Άγγελος — (Αθήνα 1889 – 1965). Ζωγράφος και χαράκτης. Αποφοίτησε το 1912 από τη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου σπούδασε ζωγραφική με δασκάλους τον Γεώργιο Ιακωβίδη και τον Γεώργιο Ροϊλό και χαρακτική με τον Νικόλαο Φέρμπο. Παράλληλα, δημοσίευσε σε εφημερίδες και …   Dictionary of Greek

  • Καζάκος, Βασίλης — (Ιωάννινα 1945 –). Ζωγράφος, χαράκτης και πανεπιστημιακός. Διετέλεσε επίκουρος καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, στην οποία σπούδασε χαρακτική με τους Κωνσταντίνο Γραμματόπουλο και Νίκο Νικολάου. Επίσης, πήρε μαθήματα… …   Dictionary of Greek

  • Κάλντερ, Αλεξάντερ Σάντι — (Alexander Sandy Calder, Φιλαδέλφεια 1898 – Νέα Υόρκη 1976). Αμερικανός γλύπτης. Έλαβε το πτυχίο του μηχανικού το 1919 από το πανεπιστήμιο του Νιου Τζέρσεϊ και στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στην Ένωση Σπουδαστών Τέχνης, την περίοδο 1923 26 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”